"Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον" Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Παρασκευή 19 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 20o)

 Αγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου της Ρωσικής Διασποράς (+1985)

20. Μη χριστιανικά συστήματα ηθικής

Ευδαιμονισμός (Επικουρισμός) και Ωφελιμισμός (η φιλοσοφία του κοινού καλού).
Η αποτυχία αυτών των συστημάτων ηθικής.

Είναι εύκολο να δούμε ότι όλες οι λεπτομέρειες της σχέσης ενός Χριστιανού με τον πλησίον του που έχουμε εξετάσει -πραότητα, ειρήνη, καλοσύνη, κ.λπ.- μας οδηγούν σε μια αρετή, την κύρια και βασική. Αυτή η αρετή είναι η χριστιανική αγάπη, η θεμελιώδης αρχή της χριστιανικής ηθικής.

Εκτός από την διδασκαλία περί ηθικής που προσφέρεται από τον Χριστιανισμό, υπάρχουν μη χριστιανικά, κοσμικά συστήματα ηθικής. Ενώ συμφωνούν σε πολλά από τα σημεία τους με την διδασκαλία της χριστιανικής ηθικής, αυτά τα συστήματα, ωστόσο, αρνούνται να αναγνωρίσουν την αρχή της χριστιανικής αγάπης ως βάση της διδασκαλίας της ηθικής. Φαίνονται να φοβούνται από το ύψος της αγάπης που διατάσσει το Ευαγγέλιο, και αναζητούν ευκολότερες και πιο αποδεκτές αρχές για τον εαυτό τους.

Από αυτά τα κοσμικά ηθικά συστήματα, τα πιο γνωστά και, ταυτόχρονα, τα πιο διαδεδομένα στην πρακτική ζωή είναι ο Ευδαιμονισμός και ο Ωφελιμισμός.

Ο Ευδαιμονισμός (αλλιώς γνωστός ως Επικουρισμός[1]) τοποθετεί την εγγενή επιθυμία για ανθρώπινη ευτυχία ως βάση της ηθικής. Ταυτόχρονα, ως ευτυχία εδώ νοείται το άθροισμα των απολαύσεων και των ηδονών, οι οποίες κάνουν την ζωή ενός ανθρώπου ευχάριστη και ευτυχισμένη. Ωστόσο, οι ευδαιμονιστές διίστανται στις απόψεις τους σχετικά με το τί είδους απολαύσεις πρέπει να αναζητά ένα άτομο που θέλει να είναι «ευτυχισμένο». Μερικοί από αυτούς (ίσως η πλειοψηφία) μιλούν σχεδόν αποκλειστικά για χονδροειδείς, αισθησιακές απολαύσεις. Περί ενός τέτοιου χονδροειδούς ευδαιμονισμού ο Απόστολος Παύλος παρατήρησε: «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν»[2]. Άλλοι ευδαιμονιστές, επικαλούμενοι το γεγονός ότι το πάθος για αισθησιακές απολαύσεις καταστρέφει το σώμα και την ψυχή ενός ατόμου, συνιστούν να μην παρασυρθεί κανείς από αυτές, αλλά να επιτύχει απολαύσεις πιο σταθερές και διαρκείς, καθώς και πιο πνευματικές. Αυτές είναι, για παράδειγμα, η μουσική, η ποίηση και, γενικά, διάφορα είδη τέχνης και επιστήμης.

Αλλά, φυσικά, ούτε με τη μία ούτε με την άλλη μορφή ο ευδαιμονισμός είναι αποδεκτός για έναν Χριστιανό ως η βασική αρχή της ηθικής. Το κύριο ερώτημα της ηθικής είναι η διαφορά μεταξύ αγαθού και κακού, μεταξύ του τι είναι καλό και τί είναι κακό. Ενώ ο ευδαιμονισμός αναφέρεται στο τί είναι ευχάριστο και τί είναι δυσάρεστο. Ποιός θα υποστηρίξει ότι αυτό είναι το ίδιο πράγμα;! Και είναι σαφές ότι ένας ευδαιμονιστής στην πρακτική ζωή θα είναι πάντα εγωιστής που θα απαιτεί και θα δέχεται πρόθυμα ό,τι του είναι ευχάριστο και θα αρνείται ό,τι του είναι δυσάρεστο (ακόμα κι αν ήταν ευχάριστο και χρήσιμο για τους άλλους). Άρα για ποιά ηθική μπορούμε να μιλήσουμε αν όλοι οι άνθρωποι αρχίσουν να πετυχαίνουν μόνο αυτό που τους αρέσει;…

Ακόμη πιο αβάσιμος και σίγουρα παράλογος είναι ο ευδαιμονισμός από αυστηρή χριστιανική σκοπιά. Ο Χριστιανισμός στρέφει συνεχώς την σκέψη του ανθρώπου προς την αθανασία της ψυχής και την ανθρώπινη αναφορά για την επίγεια ζωή και συμπεριφορά του στην Έσχατη Κρίση. Και τί πρέπει να περιμένουν οι εγωιστές ευδαιμονιστές στην κρίση Εκείνου που θα τους ζητήσει πράξεις αγάπης και βοήθειας για τον πάσχοντα αδελφό τους; Η μοίρα του πλουσίου στην ευαγγελική παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου θα είναι η τρομερή μοίρα τους στην αιωνιότητα. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά, αφού η βασική αρχή του Χριστιανισμού είναι γνωστή: «Εἰσέλθετε διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς. Τί στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν!»[3].

Ένα κάπως καλύτερο σύστημα μη θρησκευτικής ηθικής είναι ο Ωφελιμισμός (γνωστός και ως η φιλοσοφία του κοινού καλού). Κατ’ αυτό, ένα άτομο διατάσσεται να μην κάνει αυτό που του είναι ευχάριστο, αλλά αυτό που του είναι χρήσιμο. Όμως ούτε αυτό το σύστημα ηθικής μπορεί να θεωρηθεί υγιές. Πρώτα απ’ όλα, η ίδια η έννοια του οφέλους δεν συμπίπτει πάντοτε με την ιδέα του καλού, ως κάτι φυσικά καλό. Για παράδειγμα, ένα φάρμακο είναι χρήσιμο για την βελτίωση της υγείας, αλλά χρήσιμο είναι για έναν ληστή και το όπλο του -ένα περίστροφο ή ένα μαχαίρι-, χρήσιμο για την επίτευξη του κακού του στόχου. Έτσι, η αρχή της χρησιμότητας δεν μπορεί να τεθεί ως βάση της ηθικής. Και αν εκφράζεται με απότομη και κοφτή μορφή: «κάντε ό,τι είναι χρήσιμο για σας, δηλαδή ωφέλιμο», τότε δεν είναι σαφές ότι και εδώ υφίσταται ο ίδιος χονδροειδής εγωισμός που έχει ήδη αναφερθεί; Ως εκ τούτου, ορισμένοι ωφελιμιστές φιλόσοφοι προσπαθούν να μετριάσουν αυτή την περίσταση συνιστώντας σε ένα άτομο να αγωνίζεται όχι μόνο για το προσωπικό του όφελος, αλλά και για το κοινό καλό, το κοινό όφελος, στο οποίο, λένε, βρίσκεται το προσωπικό όφελος του καθενός.

Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση, ο Ωφελιμισμός εμφανίζεται με μια πιο εξευγενισμένη και εξυψωμένη μορφή, αλλά και εδώ είναι ακόμα αβάσιμος αν δεν υποστηρίζεται από τις υψηλές αρχές του Χριστιανισμού. Πρώτον, το κύριο μειονέκτημά του, δηλαδή η ασυμφωνία μεταξύ των εννοιών του «οφέλους» και του «καλού», παραμένει ακόμη. Δεύτερον, στην πρακτική ζωή υπάρχουν καταστάσεις στις οποίες ένα άτομο μπορεί να συγκρατηθεί από το έγκλημα μόνο με τον θρησκευτικό φόβο: τον φόβο της παραβίασης του νόμου της Υπέρτατης Αλήθειας και όχι με τον ξερό υπολογισμό του Ωφελιμισμού. Για παράδειγμα, ένας πεινασμένος αντιμετωπίζει τον πειρασμό να κλέψει ψωμί ή χρήματα από έναν γείτονα. Τί μπορεί να τον εμποδίσει να το κάνει αυτό; Φυσικά, μόνον η θρησκευτική συνείδηση της αμαρτωλότητας μιας τέτοιας πράξης. Αλλά ο Ωφελιμισμός δεν μπορεί να του δώσει ηθική υποστήριξη σε τέτοιες αμφιταλαντεύσεις. Αφήστε τους ωφελιμιστές να τον διδάξουν να αναζητά όχι το δικό του, αλλά το κοινό καλό -ακριβώς επειδή το προσωπικό του καλό εμπεριέχεται στο κοινό καλό- αλλά αν δεν κλέψει χρήματα ή ψωμί στο όνομα αυτού του «κοινού καλού», μπορεί να πεθάνει της πείνας… Πού είναι λοιπόν εδώ το προσωπικό του όφελος; Στον θάνατο από την πείνα;

Έτσι, εμείς οι Χριστιανοί δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ούτε τον Ευδαιμονισμό ούτε τον Ωφελιμισμό ως συνεπές σύστημα ηθικής. Και παρόλο που αυτά τα συστήματα ηθικής, αυτές οι επικούρειες-ωφελιμιστικές απόψεις έχουν πλέον διαδοθεί ευρέως, πρέπει να σημειωθεί ότι αυτοί που τις τηρούν είναι συχνά αρκετά αξιοπρεπείς άνθρωποι. Γιατί; Επειδή η κοινή ηθική, οι απόψεις και η οπτική μας για την ζωή εξακολουθούν να φέρουν το αποτύπωμα της επιρροής του Χριστιανισμού. Ο Χριστιανισμός υπάρχει στην ανθρωπότητα για πολλούς αιώνες και έχει αφήσει τη σφραγίδα του σε όλα. Και μόνο γι’ αυτό τον λόγο, άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους ευδαιμονιστές ή ωφελιμιστές, στην πρακτική ζωή είναι χριστιανικά έντιμοι και αξιοσέβαστοι. Μεγάλωσαν, ανατράφηκαν με καθαρά χριστιανικές, υψηλές ηθικές έννοιες, και ως εκ τούτου από πολλές απόψεις παραμένουν Χριστιανοί στην καρδιά, και ακόμη -χωρίς να το συνειδητοποιούν- έχουν βάλει ένα πέπλο χριστιανικού ιδεαλισμού στις ωφελιμιστικές και ευδαιμονιστικές ιδέες τους…


(συνεχίζεται)


[1] Από τον αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο (341-270 π.Χ.).
[2] Α Κορ. ιε΄ 32.
[3] Ματθ. ζ΄ 13-14.


ΠΗΓΗ: https://imlp.gr/2024/04/17/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%b7-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b7%ce%b8%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-20%cf%8c/

Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (Μέρος 19ο)

 Ἁγίου Μητροπολίτου Φιλαρέτου τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς (+1985)

19. Αμαρτήματα κατά του πλησίον

Η αμαρτία του φθόνου και της συκοφαντίας.
Οι αρετές της πραότητας και της ειρήνης.
Το καθήκον να νικάς το κακό με το καλό.
Το αμάρτημα της εκδίκησης. Θυμός (οργή).
Το αμάρτημα της μονομαχίας.

Όταν ο Κύριος μίλησε με τους Αποστόλους για τους έσχατους καιρούς, είπε ότι τότε «διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν»[1]. Αυτή η πρόβλεψη φαίνεται να εκπληρώνεται ήδη στις μέρες μας -μέρες αμοιβαίας αποξένωσης και ψυχρότητας των σχέσεων. Και είναι ιδιαίτερα αισθητό τώρα ότι αντί για χριστιανική αγάπη και καλοσύνη, οι εχθροί της χριστιανικής πίστης ενσταλάζουν επιμελώς φθόνο και κακία στο πλήθος των ανθρώπων. Και ο «φθονερός [πονηρός] οφθαλμός» ταξινομήθηκε από τον ίδιο τον Σωτήρα ως είδος βαριάς αμαρτίας[2]. Ναι, ο φθόνος είναι ουσιαστικά αδύνατος για τους Χριστιανούς. Εξάλλου, σε κάθε καλή οικογένεια δεν μπορεί να υπάρχει φθόνος μέσα της, και όλα τα μέλη αυτής της οικογένειας χαίρονται (και δεν ζηλεύουν) την επιτυχία οποιουδήποτε από αυτά. Το ίδιο πρέπει να ισχύει και στις αμοιβαίες σχέσεις όλων των Χριστιανών -ως παιδιών ενός στοργικού Επουράνιου Πατέρα. Και ως εκ τούτου, εφαρμόζοντάς το ο Απόστολος Παύλος μας ενθαρρύνει όχι μόνο να κλαίμε με εκείνους που κλαίνε, αλλά και να χαιρόμαστε με εκείνους που χαίρονται[3] -σε αντίθεση με εκείνους που ζηλεύουν την επιτυχία των άλλων. Και για να απαλλαγούμε από το αίσθημα του φθόνου, πρέπει να θυμόμαστε ότι η βάση αυτού του αμαρτωλού συναισθήματος είναι η ματαιοδοξία και η εγωιστική αντιπαλότητά μας. Συνήθως οι άνθρωποι στον εγωισμό τους φοβούνται ότι δεν θα «αναγνωριστούν», δεν θα τους δοθούν «αυτά που τους αξίζουν», άλλοι θα τεθούν ψηλότερα κ.λπ. Ο Χριστιανός φοβάται το αντίθετο -φοβάται να μη βάλει τον εαυτό του πάνω από τους άλλους, να μη τους προσβάλει.

Μαζί με τον φθόνο, ένας ισχυρός εχθρός των καλών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων είναι επίσης διάφορα είδη συκοφαντίας -ψεύτικα λόγια, διαμάχες και όρκοι. Και είναι περίεργο: οι άνθρωποι έχουν γίνει τόσο ανόητοι και τυφλοί που θεωρούν ότι όλες αυτές οι αμαρτίες δεν είναι τίποτα, και συνεχώς αμαρτάνοντας με τις συκοφαντίες, δεν το παρατηρούν πλέον. Ιδού όμως τί λέει ο Απόστολος Ιάκωβος για τις αμαρτίες της γλώσσας: «Ἰδοὺ ὀλίγον πῦρ ἡλίκην ὕλην ἀνάπτει! Καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ, ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας… ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου…»[4]. Και σε άλλο σημείο λέει: «Εἴ τις δοκεῖ θρῆσκος εἶναι ἐν ὑμῖν μὴ χαλιναγωγῶν γλῶσσαν αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἀπατῶν καρδίαν αὐτοῦ, τούτου μάταιος ἡ θρησκεία…»[5]. Και ο ίδιος ο Κύριος είπε ευθέως: «Ἐκ γὰρ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ…»[6]. Τόσο επικίνδυνες είναι οι αμαρτίες του λόγου (της γλώσσας)!

Αλλά η πιο αποκρουστική από όλες τις αμαρτίες της συκοφαντίας πρέπει σίγουρα να αναγνωριστεί ως η επαίσχυντη και αποκρουστική συνήθεια των αισχρότατων λέξεων, που δεν τολμώ να καταγράψω -στην οποία πολλοί άνθρωποι είναι επιρρεπείς. Τί ντροπή είναι αυτή, τί ντροπή, τί αγανάκτηση ενάντια στην αγνότητα και την καθαρότητα που ο Κύριος περιμένει από εμάς και μας πρόσταξε! Και οι άνθρωποι πιστεύουν ότι όλα αυτά είναι «μικροπράγματα», «τιποτένια», ξεχνώντας αυτές τα τρομερά λόγια: «Με τα λόγια σου θα δικαιωθείς και με τα λόγια σου θα καταδικαστείς», τα οποία έχουν ήδη αναφερθεί. «Αλμυρό και γλυκό νερό ρέει από την ίδια πηγή;», αναρωτιέται ο Απόστολος Ιάκωβος[7]. Κι εμείς, όταν μολύνουμε τα χείλη μας με άσεμνα λόγια, μη νομίζουμε ότι μέσα από αυτά τα ίδια χείλη θα ρέουν στον Θεό τα ευωδιαστά λόγια της καθαρής προσευχής, και με αυτά τα ίδια μολυσμένα και ακάθαρτα χείλη θα δεχτούμε τα άγια των αγίων, δηλαδή τα άχραντα Μυστήρια του Χριστού… Όχι, αφήστε τα στην άκρη τώρα όλα: οργή, θυμό, κακία, συκοφαντία, βωμολοχία του στόματος· όποιος έχει αυτιά να ακούσει, ας ακούσει!

Σε αντίθεση με όλες αυτές τις πηγές αμοιβαίας πικρίας και φιλονικιών, ο Χριστιανισμός μας καλεί να είμαστε φιλειρηνικοί και να συγχωρούμε τις προσβολές. Και πάλι λοιπόν ερχόμαστε στους Μακαρισμούς: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι τὴν γῆν… Μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται…»[8]. Ένας πράος άνθρωπος είναι, πρώτα από όλα, ένα ευγενικό και απλό πρόσωπο που είναι άνευ όρων αντίπαλος κάθε εγωισμού. Δεν υπάρχει φιλαυτία ή συμφέρον σε αυτόν· αντίθετα, αναζητά κυρίως αυτό που χρειάζεται όχι για τον εαυτό του, αλλά για τους άλλους. Ενώ η μάζα των εγωιστών αντιπροσωπεύει συνήθως μια αγέλη πεινασμένων λύκων, που συναγωνίζονται μεταξύ τους για να επιτεθούν στο θήραμα, απομακρύνοντάς το ο ένας από τον άλλο, οι πράοι άνθρωποι υποχωρούν έναντι όλων και τους βοηθούν σε όλα. Αλλά το αξιοσημείωτο είναι ότι, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, η γραμμή συμπεριφοράς τους είναι η πιο άμεση και σταθερή. Διότι δεν είναι άλλοι που θα κληρονομήσουν την γη, εκτός από αυτούς τους πράους, έστω και αν περνούν την ζωή τους σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους, κατά την αποκαλυπτική εικόνα που παραθέτει ο Σωτήρας[9].

Ακόμη υψηλότερη είναι η αρετή της ειρήνης. Και η ανταμοιβή γι΄ αυτήν είναι πιο υψηλή, θεϊκή: «Θα ονομαστούν γιοί του Θεού». Ο Χριστιανός ειρηνοποιός είναι παρόμοιος στην δραστηριότητά του με τον πρώτο «Ειρηνοποιό», τον Υιό του Θεού, κατά την γέννηση του Οποίου οι Άγγελοι έψαλλαν: «Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη». Ο πράος άνθρωπος δημιουργεί άνεση και γαλήνη γύρω του και δεν ενοχλεί τους άλλους. Ο ειρηνοποιός προσπαθεί να διαδώσει αυτή την ατμόσφαιρα ειρήνης και καλών σχέσεων όσο το δυνατόν ευρύτερα· και προσπαθεί να συμφιλιώσει τους άλλους. Και ένα τέτοιο κατόρθωμα απαιτεί μεγάλη πνευματική προσπάθεια, υπομονή και ετοιμότητα να αντιμετωπίσει την ψυχρή παρεξήγηση, την γελοιοποίηση, την εχθρότητα και την αντίθεση. Αλλά ένας Χριστιανός ειρηνοποιός είναι πάντα έτοιμος για όλα αυτά, επειδή γνωρίζει καλά πως κάθε χριστιανικό κατόρθωμα μιας καλής πράξης είναι τόσο πιο πολύτιμο και υψηλότερο, όσο περισσότερες δυσκολίες και εναντίωση συναντά.

Άρρηκτα συνδεδεμένη με την πραότητα και την ειρήνη είναι αυτή η ευαγγελική καλοσύνη, που πρέπει να είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε Χριστιανού. Εκδηλώνεται περισσότερο στην συγχώρεση των προσωπικών προσβολών και ύβρεων, που μας πρόσταξε ο Σωτήρας, ο οποίος είπε: «Ὅστις σε ῥαπίσει ἐπὶ τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην…»[10]. Με άλλα λόγια, να μην απαντάτε στην βία με βία, αλλά στο κακό να απαντάτε με καλό. Και ο Απόστολος Παύλος εξηγεί: «Ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε αὐτόν… Μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν»[11]. Και αντίστροφα: αν κάποιος απαντά στο κακό με κακό, τότε ο ίδιος, προφανώς, έχει γίνει δέσμιος αυτού του κακού και νικιέται από αυτό (βέβαια, εδώ μιλάμε για προσωπικές προσβολές που προκλήθηκαν σε έναν Χριστιανό).

Στην ζωή παρατηρούμε συνεχώς ότι ένας άνθρωπος που προσβάλλεται από κάποιον θυμώνει και μάλιστα εκδικείται. Αλλά η εκδίκηση είναι σίγουρα αμαρτωλή και απαράδεκτη για έναν Χριστιανό. «Μὴ ἑαυτοὺς ἐκδικοῦντες, ἀγαπητοί»[12], λέει ο Απόστολος Παύλος. Η εκδίκηση είναι μια πλήρης προδοσία του χριστιανικού πνεύματος της πραότητας και της συγχώρεσης, που δείχνει έλλειψη χριστιανικής αγάπης σε έναν άνθρωπο. Όσο για τον θυμό, η κατάσταση είναι κάπως διαφορετική. Ο Κύριος δεν απαγόρευσε κάθε θυμό, αλλά τον «μάταιο» θυμό[13]. Και ο Απόστολος λέει: «Ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε»[14], δηλώνοντας έτσι ότι υπάρχει και οργή η οποία δεν είναι αμαρτωλή.

Ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός ήταν οργισμένος με τον δόλο και το πείσμα των Φαρισαίων[15]. Έτσι, η οργή μπορεί να τυγχάνει φυσικά νόμιμη και δίκαιη. Ο Άγιος Νικόλαος ο Θαυματουργός φούντωσε με τέτοια οργή όταν στην [Πρώτη] Οικουμενική Σύνοδο χτύπησε στο μάγουλο τον βλάσφημο αιρετικό Άρειο. Αυτός ο θυμός προήλθε από καθαρή πηγή: τον φλογερό ζήλο για την δόξα του Θεού. Η οργή είναι αμαρτωλή, κυρίως, όταν είναι άδικη και μάταιη. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, ειδικά όταν η αλήθεια κοιτάει στα μάτια τον άνθρωπο και χτυπά τον εγωισμό και την υπερηφάνειά του. Και ο Άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης συμβούλευε όχι μόνο να μην θυμώνουμε με όσους πληγώνουν την υπερηφάνειά μας, αλλά και να τους εκτιμούμε ως πνευματικούς γιατρούς που αποκαλύπτουν τα έλκη της περήφανης και μάταιης ψυχής μας. Επιπλέον, ακόμη και ο θυμός, που είναι μόλις στην αρχή του, μπορεί να αποδειχθεί αμαρτωλός όταν παρατείνεται από ένα πρόσωπο εσκεμμένα, ως εκδήλωση μιας κακής καρδιάς. Τότε το ίδιο το πρόσωπο προδιαθέτει την καρδιά του στον θυμό και έτσι σίγουρα αμαρτάνει. Απέναντι σε αυτό ο Απόστολος λέει: «ὁ ἥλιος μὴ ἐπιδυέτω ἐπὶ τῷ παροργισμῷ ὑμῶν»[16]. Ο εσκεμμένα διογκωμένος και παρατεταμένος  θυμός μπορεί ήδη να μετατραπεί σε εκδικητικότητα· την τόσο αντίθετη με το πνεύμα της χριστιανικής αγάπης.

Είπαμε ήδη ότι η εκδίκηση είναι ανεπίτρεπτη για τον Χριστιανό. Επιπλέον, η μονομαχία[17] απαγορεύεται γι΄ αυτόν -αποτελεί ένα παράλογο λείψανο του Μεσαίωνα. Ήταν διαφορετικό στον Μεσαίωνα, όταν οι άνθρωποι πίστευαν ζωηρά ότι η Αλήθεια του Θεού δεν θα επέτρεπε στους αθώους να υποφέρουν, και έβλεπαν την μονομαχία ως κρίση του Θεού. Τώρα δεν υπάρχει τέτοια πεποίθηση, και η αποκαλυφθείσα χριστιανική συνείδηση μάς λέει ξεκάθαρα ότι ο Κύριος δεν έδωσε σε κανέναν από εμάς τέτοιο δικαίωμα να χρησιμοποιούμε την κρίση Του στην αμαρτωλή ζωή μας. Όντως, οι μονομάχοι τώρα συνήθως το λιγότερο από όλα όσα σκέφτονται είναι ο Θεός, ενώ καθοδηγούνται μόνον από την προσβεβλημένη υπερηφάνεια, τον θυμό και τις γελοίες έννοιες της «τιμής». Όπως γνωρίζετε, αυτή ακριβώς η «τιμή», η «αυτοεκτίμηση», η «ευγενής υπερηφάνεια» κ.λπ. είναι στην ουσία η ίδια ασεβής υπερηφάνεια και αυτο-εξύψωση για την οποία τόσο μας προειδοποιεί ο Χριστιανισμός. Και η έκβαση μιας μονομαχίας τώρα, σύμφωνα με την γενική πεποίθηση, εξαρτάται από την επιδεξιότητα των αντιπάλων και από την τυφλή «τύχη», ώστε να μην έχει απομείνει τίποτα από το μεσαιωνικό ιδεολογικό υπόβαθρο στην τρέχουσα μονομαχία. Και δεν είναι μάταιο που σε μια μονομαχία επισημαίνεται η κολασμένη συνένωση τριών αμαρτιών: αυτοδικία, δολοφονία και αυτοκτονία. Μια μονομαχία αποτελεί αυτοδικία γιατί τίθεται θέμα αυθαιρεσίας των μονομάχων. Αποτελεί δολοφονία διότι ο καθένας από τους αντιπάλους πηγαίνει να σκοτώσει τον άλλον και αυτοκτονία επειδή και οι δύο αντίπαλοι βάζουν τον εαυτό τους κάτω από τη σφαίρα ή το σπαθί του εχθρού…


(συνεχίζεται)


[1] Ματθ. κδ΄ 12.
[2] Βλ. Ματθ. κ΄ 15· βλ. και Μάρκ. ζ΄ 22.
[3] «Χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων» (Ρωμ. ιβ΄ 15).
[4] Ιακ. γ΄ 5-6, 8.
[5] Ιακ. α΄ 26.
[6] Ματθ. ιβ΄ 37.
[7] «Μήτι ἡ πηγὴ ἐκ τῆς αὐτῆς ὀπῆς βρύει τὸ γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν; … οὐδεμία πηγὴ ἁλυκὸν καὶ γλυκὺ ποιῆσαι ὕδωρ» (Ιακ. γ΄ 11-12).
[8] Ματθ. ε΄ 5, 9.
[9] «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. ι’ 16).
[10] Ματθ. ε΄ 39.
[11] Ρωμ. ιβ΄ 20-21.
[12] Ρωμ. ιβ΄ 19.
[13] «Πᾶς ὁ ὀργιζόμενος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ εἰκῆ ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει» (Ματθ. ε΄ 22). Το επίρρημα  «εἰκῆ» σημαίνει μάταια, χωρίς σοβαρό λόγο.
[14] Εφ. δ΄ 26.
[15]  «Καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν».
[16] Εφ. δ΄ 26.
[17] Την περίοδο που έγραψε το κείμενο αυτό ο Άγιος Φιλάρετος, προπολεμικά, υπήρχε ακόμη ο θεσμός της μονομαχίας.


ΠΗΓΗ: https://imlp.gr/2024/04/11/%cf%83%cf%85%ce%bd%ce%bf%cf%88%ce%b7-%cf%84%ce%b7%cf%83-%ce%b7%ce%b8%ce%b9%ce%ba%ce%b7%cf%83-%ce%b8%ce%b5%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%b9%ce%b1%cf%83-%ce%bc%ce%ad%cf%81%ce%bf%cf%82-19%ce%bf/

Τετάρτη 10 Απριλίου 2024

Σύγχρονη Ψυχολογία και Χριστιανισμός - Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ Καρέλιν

 

Ο εικοστός αιώνας σημαδεύτηκε από την κατάρρευση των τελευταίων αυτοκρατοριών. Μια μοναρχία διαφέρει από την τυραννία στο ότι είναι η συνέχεια ορισμένων ιστορικών παραδόσεων, συμπεριλαμβανομένων των ηθικών κανόνων. Η τυραννία, κατά κανόνα, βασίζεται στο σπάσιμο των παραδόσεων και στην αλλαγή της συνείδησης των ανθρώπων. Σύμφωνα με την άποψη του Πλάτωνα, η δημοκρατία καταλήγει να εξελιχθεί σε τυραννία. Επί του παρόντος, η γενικά αποδεκτή μορφή διακυβέρνησης στη συνείδηση ​​του κοινού είναι η δημοκρατία. Αλλά με πνευματικούς όρους, ο φιλελευθερισμός, έχοντας ισοπεδώσει την προσωπικότητα του ανθρώπου, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου προσωπικότητας: ενός ανθρώπου-δαίμονα, στο πρόσωπο του οποίου η κόλαση θα ξεκινήσει τον τελευταίο απελπισμένο πόλεμο ενάντια στον παράδεισο.

Η δημοκρατία διακηρύσσει την ελευθερία της συνείδησης, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της θρησκείας. Επιπλέον, δηλώνει εγγυητής του δικαιώματος του ανθρώπου να δηλώνει την πίστη και τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Σε δημοκρατικές χώρες, οι διακρίσεις κατά των θρησκειών και η παραβίαση του δικαιώματος να ανήκεις σε οποιαδήποτε αίρεση ή εκκλησία θα πρέπει να τιμωρούνται από το νόμο ως έγκλημα. Και ταυτόχρονα, η δημοκρατία δημιουργεί τη δική της θρησκεία: τη θρησκεία ενός ατόμου απαλλαγμένου από την παράδοση και την ηθική ευθύνη ενώπιον του Θεού και της συνείδησής του, που επιτρέπεται να κάνει ό,τι δεν παρεμβαίνει στη δημόσια «ευημερία». Η δημοκρατία, σε συνδυασμό με τον φιλελευθερισμό, ελευθερώνει όχι τον άνθρωπο, αλλά το θηρίο που ζει μέσα στον άνθρωπο. Επιπλέον, τρέφει προσεκτικά και καλλιεργεί αυτό το θηρίο μέσα του.

Μπορούμε να βρούμε μια αντανάκλαση της πνευματικής κατάστασης της κοινωνίας στην τέχνη. Ποια είναι η σύγχρονη τέχνη του ανθρώπου που απελευθερώνεται από τη δημοκρατία; Προς ποια τροφή έλκεται ο σύγχρονος άνθρωπος, σε ποιον κόσμο ζει, ποια είναι η κύρια αξία στη ζωή για αυτόν; Η τέχνη δημιουργεί την εικόνα ενός ατόμου που ζει σε έναν κόσμο κάποιου είδους φαντασμαγορίας, κορεσμένο από τη μυρωδιά των ναρκωτικών και του αίματος, τη βία, το σεξ και τον φόνο.

Πώς μπορεί αυτός ο κόσμος να τα πάει καλά με τη θρησκεία; Μόνο για λίγο καιρό μπορεί να την ανεχθεί. Μια διεφθαρμένη καρδιά μισεί τον Θεό στα βάθη της, και μια πλημμύρα φθοράς κυριεύει τον κόσμο.

Σε μια δημοκρατική κοινωνία, οι λειτουργίες του ιερέα μετατοπίζονται σταδιακά στον ψυχολόγο. Μέλη της κυβέρνησης συμβουλεύονται ψυχολόγους και ψυχολόγοι προσλαμβάνονται από εταιρείες και μεγάλες επιχειρήσεις. Η ίδια η ψυχολογία ασχολείται πρωτίστως με ζητήματα παθοψυχολογίας και μαζί με ψυχολόγους, μερικές φορές με μερική απασχόληση, «εργάζονται» αστρολόγοι, μέντιουμ, αποκρυφιστές και παρόμοια. Ο αποκρυφισμός, παρά τις διάφορες προεκτάσεις του, είναι μια ενιαία θρησκεία, η οποία βασίζεται στη λατρεία της εξουσίας: ψυχική, μαγική κ.λπ. Για να αποκτήσει αυτή τη δύναμη, επιτρέπονται όλα τα μέσα, και δίνεται σε ένα άτομο που απέχει από την πνευματικότητα, μόνο από τον δαιμονικό κόσμο. Ο αποκρυφισμός στα λόγια δεν χρειάζεται τίποτα από ένα άτομο, αλλά στην πραγματικότητα απαιτεί το πιο σημαντικό πράγμα: την απάρνηση της ψυχής του, αλλά ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει και βλέπει σε αυτόν «καλές» δυνάμεις, με τη μορφή κάποιου είδους ανθρωπιστική βοήθεια σε ανθρώπους από άγνωστες υπερβατικές δυνάμεις που είναι στην πραγματικότητα πεσμένοι άγγελοι. Ωστόσο, ο καθαρός σατανισμός κερδίζει επίσης όλο και περισσότερους υποστηρικτές.

Ποια είναι η θέση από την οποία βλέπουν οι κορυφαίοι ανθρωπιστές ψυχολόγοι τη θρησκεία; Τί είδους ενέσεις «εγχέουν» στις φλέβες των ασθενών τους; Σύμφωνα με τον Φρόιντ, η θρησκεία είναι ένα εποικοδόμημα πάνω από το σεξ, το οποίο είναι η βάση της ύπαρξης, η παντοδύναμη παρόρμηση της ανθρώπινης ψυχής. Ο ίδιος ο Φρόιντ ήταν άθεος, αλλά η διδασκαλία του είναι η θρησκεία μιας άρρωστης και διεστραμμένης ψυχής, ενός σεξουαλικού μανιακού ή ενός συνειδητοποιημένου διαφθορέα των ανθρώπινων ψυχών.

Αργότερα ο Φρομ θεωρήθηκε ο πιο διάσημος ευρωαμερικανός ψυχολόγος [1]. Η θέση του βασίζεται στις έννοιες του ανθρωπισμού (ουμανισμού). Θεωρούσε τον άνθρωπο καλό πλάσμα από τη φύση του, αλλά κακομαθημένο από την ανατροφή και το κοινωνικό του περιβάλλον. Σύμφωνα με τον Φρομ, εάν δοθεί σε ένα παιδί η ευκαιρία να αναπτύξει ελεύθερα τις δυνατότητες των εγγενών του ικανοτήτων, τότε τα ίδια τα παιδιά θα μετατραπούν σε όμοια με τους αγγέλους και η ζωή στη γη θα είναι ευτυχισμένη και χωρίς συγκρούσεις.

Στην εκτίμησή του για τη θρησκεία, ο Φρομ δεν απείχε από τον Φρόιντ. Κατά τη γνώμη του, η θρησκεία είναι μια συλλογική νεύρωση. Ο Φρομ δεν παρέχει επιχειρήματα. Του φαίνεται ότι όλα είναι ξεκάθαρα έτσι. Και για αυτό που καταλαβαίνει ο Φρομ ως νεύρωση, σιωπά και πάλι.

Εάν η νεύρωση είναι μια αυξημένη διεγερσιμότητα με μια λανθασμένη νευροψυχική αντίδραση σε ένα ερέθισμα, τότε η θρησκεία, που οδηγεί ένα άτομο από ένα κουβάρι αντιφάσεων, είναι ακριβώς ένα ισχυρό μέσο για τη θεραπεία διαφόρων νευρώσεων. Ένα άτομο που δίνει ιδιαίτερη σημασία στους παράγοντες της επίγειας ζωής και των μεταβαλλόμενων καταστάσεων είναι ψυχικά πιο ευάλωτος. Μεταξύ των ψυχικά ασθενών, η συντριπτική πλειοψηφία είναι πρώην άθεοι και άνθρωποι που δεν ζουν θρησκευτική ζωή, δηλαδή δεν πληρούν τα πρότυπα και τις οδηγίες του Χριστιανισμού στην προσωπική τους ζωή. Πρέπει να ειπωθεί ότι το παραλήρημα των ψυχικά ασθενών, ακόμη και όταν φαίνεται να συνδέεται με τη θρησκεία, δεν είναι θρησκευτικό, αλλά αποκρυφιστικό και δαιμονικό.

Ένας άλλος διάσημος Αμερικανός ψυχολόγος Μάσλοου [2] , σε αντίθεση με τον Φρομ, θεωρεί τη θρησκεία όχι συνέπεια και εκδήλωση της νεύρωσης, αλλά την αιτία της. Θεωρεί έναν από τους τρόπους βελτίωσης της υγείας ενός ατόμου με την άρση των περιορισμών, κυρίως θρησκευτικού χαρακτήρα. Για άλλη μια φορά βλέπουμε όχι μια επιστημονική-πειραματική διδασκαλία βασισμένη σε γεγονότα, αλλά μια προσπάθεια απαξίωσης της θρησκείας ως απαγορευτικού συστήματος που βιάζει τους ανθρώπους.

Τα γεγονότα όμως λένε κάτι άλλο: οι υψηλές ιδέες και η αίσθηση του καθήκοντος βοηθούν έναν άνθρωπο να μην χάσει την καρδιά του, αλλά να πολεμήσει και να επιβιώσει σε ακραίες συνθήκες. Αλλά αυτό που είναι ενδιαφέρον για εμάς είναι το γεγονός ότι ιδέες παρόμοιες με τις έννοιες των Φρόιντ, Φρομ και Μάσλοου βρίσκουν συμπάθεια και ανταπόκριση στη σύγχρονη ουμανιστική κοινωνία. Αν ο Φρόιντ και ο Φρομ είχαν ζήσει έναν αιώνα νωρίτερα, οι έννοιές τους θα εξόργιζαν την κοινωνία, παρά την αδιαφορία της για τη θρησκεία, και θα είχαν δηλωθεί ότι δεν έχουν τίποτα κοινό με την επιστήμη. Τώρα βρίσκουν ανταπόκριση στις ανθρώπινες καρδιές ακριβώς επειδή το δηλητηριώδες τσίμπημα τους στρέφεται κατά της θρησκείας: αυτός είναι ο κύριος λόγος της δημοτικότητάς τους.

Ο Φρομ λέει ότι το Ευαγγέλιο είναι λανθασμένο θέτοντας επικεφαλής δύο εντολές: την αγάπη για τον Θεό και την αγάπη για τον πλησίον. Γράφει ότι η ευτυχία απαιτεί μια άλλη εντολή: δεν πρέπει να αγαπάμε, αλλά πρέπει να μας αγαπούν. Τι θα συμβεί όμως σε αυτή την περίπτωση με την ανθρώπινη προσωπικότητα; Τι χρειάζεται να κάνει συνεχώς ένας άνθρωπος για να τον αγαπούν; Οι άνθρωποι δεν αγαπούν ούτε την αλήθεια ούτε την φιλαλήθεια. Δεν τους αρέσει όταν ένα άτομο κάνει το αντίθετο από τις συνήθεις αμαρτίες και κακίες του. Επομένως, για να αγαπήσει ο καθένας έναν άνθρωπο, πρέπει να γίνει πιστός σε όλες τις κακίες των ανθρώπων και της κοινωνίας, να προσπαθήσει να είναι αλληλέγγυος με κάθε άνθρωπο, να γίνει δηλαδή ο ίδιος χωρίς αρχές. Ο Χριστός είπε ότι ο κόσμος θα μισήσει τους αληθινούς Χριστιανούς. Οι Άγιοι Πατέρες προέβλεψαν ότι όλοι θα δεχόντουσαν τον Αντίχριστο με αγάπη...

Το πνεύμα της ανεκτικότητας δεν μπορεί να αγαπήσει το πνεύμα της αγνότητας και της καθαρότητας. Ο Φρομ και ο Μάσλοου πιστεύουν επίσης ότι όσο υψηλότερη είναι η ιδέα του Θεού, τόσο χαμηλότερη είναι η ιδέα του ανθρώπου και αντίστροφα, όσο υψηλότερη είναι η ιδέα του ανθρώπου, τόσο χαμηλότερη είναι η ιδέα του Θεού. Με άλλα λόγια, η αξιοπρέπεια του ανθρώπου απαιτεί την καταστροφή της ίδιας της ιδέας της Θεότητας. Αλλά το θρησκευτικό συναίσθημα ενός ανθρώπου παραμένει απραγματοποίητο. Πώς μπορεί να καλυφθεί αυτό το κενό; Βλέπουμε με τα μάτια μας με τί είναι γεμάτο: με το απόκρυφο και τη μαγεία - την θρησκεία χωρίς Θεό.

Όταν εξετάζουμε τις έννοιες του Φρομ και των άλλων κορυφαίων ψυχολόγων, βρίσκουμε ένα κοινό συμπέρασμα μεταξύ τους: για να ζήσει ο άνθρωπος, ο Θεός πρέπει να πεθάνει, και αν δεν πεθάνει, πρέπει να σκοτωθεί.

Ο Χριστιανισμός θέτει υψηλές ηθικές απαιτήσεις σε έναν άνθρωπο, η εκπλήρωση των οποίων απαιτεί συνεχή αγώνα με τα πάθη και την αμαρτία. Αυτή η ηθική αλήθεια επικρίνεται από ανθρωπιστές (=ουμανιστές) ψυχολόγους. Λένε ότι η σύγκρουση προκαλεί νευρώσεις. Η θρησκεία είναι μια μόνιμη σύγκρουση μεταξύ του ιδεώδους του ανθρώπου, που αντιπροσωπεύεται στον Χριστιανισμό, και ενός εμπειρικού, παθιασμένου και αμαρτωλού ατόμου. Αυτή είναι μια σύγκρουση του χάσματος μεταξύ της ηθικής αίσθησης ενός ανθρώπου και του σκοτεινού στοιχείου της ψυχής του. Πρόκειται για μια σύγκρουση πάλης, ντυμένη με μεταφυσική μορφή, μεταξύ του Θεού και του κόσμου ή του Θεού και του δαίμονα, στην οποία δίνεται σε ένα άνθρωπο η ευκαιρία να επιλέξει. Αυτό γεννά την ευθύνη του ανθρώπου για την εσωτερική κατάσταση της ψυχής του, τον φόβο της τιμωρίας, τα αισθήματα της αμαρτωλότητας, της αυτοκαταδίκης και της μετάνοιας. Όλα αυτά, σύμφωνα με τους ανθρωπιστές ψυχολόγους, είναι η αιτία των νευρώσεων. Για τι είδους σεβασμό προς τη θρησκεία μπορούμε να μιλήσουμε εδώ; Είναι εξίσου αδύνατο για τους ουμανιστές να σεβαστούν τη θρησκεία, όπως είναι αδύνατο να σεβαστούν την επιληψία ή την υστερία: προς το παρόν απλά γίνονται ανεκτά.

Χωρίς να έρθουν σε άμεση ρήξη με τη θρησκεία, οι ανθρωπιστές θέλουν να καταστρέψουν στην ανθρώπινη συνείδηση ​​την ιδέα του προπατορικού αμαρτήματος, τη γενική φθορά της ανθρωπότητας, την ανάγκη να παλέψει κανείς με τα πάθη του, την αιώνια ζωή ή τον θάνατο που καθορίζεται από ανθρώπινες πράξεις, την ύπαρξη της κόλασης και των πνευμάτων του κακού. Οι «πιστοί» ουμανιστές θεωρούν ότι όλα αυτά αποτελούν ταπείνωση του ανθρώπινου προσώπου και σκληρή μυθολογία. Μερικοί ουμανιστές που αυτοαποκαλούνται "Χριστιανοί" τονίζουν ότι έχουν έναν δικό τους "Χριστιανισμό". Αντιμετωπίζουν τον Χριστιανισμό της Εκκλησίας με εκνευρισμό, ακόμη και μίσος, στην καλύτερη περίπτωση ως θρησκεία ανθρώπων που είναι συνηθισμένοι στη δουλεία. Οι ανθρωπιστές αυτοί έχουν ένα δόγμα ή σύμβολο πίστης: αν υπάρχει κάτι θεϊκό στον κόσμο, τότε αυτό το θείο πράγμα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος.

Οι μεσαιωνικοί ουμανιστές περιλαμβάνουν τους Ιησουίτες, οι οποίοι διακρίνονταν για την εξαιρετική επιείκειά τους απέναντι στις ανθρώπινες αμαρτίες και κακίες και - για να πετύχουν τους στόχους τους - από την επίσημη και εξωτερική πίστη σε διάφορους πολιτικούς και κοινωνικούς σχηματισμούς. Ακόμη και πριν από τον Φρομ, οι Ιησουίτες ανέμεναν την ιδέα του: «Αντί να αγαπάς τον πλησίον σου, προσπάθησε να κάνεις τον πλησίον σου να σε αγαπήσει». Η ηθική του Ευαγγελίου ευχαριστεί πολλούς στα λόγια, αλλά όταν πρόκειται κατευθείαν για τη ζωή ενός ανθρώπου, του φαίνεται δύσκολο και ανεκπλήρωτο. Επομένως, ο Ιησουίτης πρέπει να βρει τρόπους, ενώ κηρύττει το Ευαγγέλιο, να παρακάμψει τις επιταγές και τους νόμους του. Οι Ιησουίτες βοηθήθηκαν από την Πιθανοκρατία [3] και την απολογία των προθέσεων που ανέπτυξε το Τάγμα τους. Πιθανοκρατία είναι το δόγμα ότι το έθιμο, το παράδειγμα ή η προσωπική γνώμη παίρνει την έννοια του νόμου σε μια δεδομένη κατάσταση. Εάν η πράξη ενός ανθρώπου δεν ανταποκρίνεται στην εντολή του Ευαγγελίου και μάλιστα έρχεται σε αντίθεση με αυτήν, αρκεί να αναφερθούμε στο παράδειγμα ή τις δηλώσεις πολλών σεβαστών προσώπων (ή, τουλάχιστον, ενός μόνου προσώπου) για να παρακαμφθεί η εντολή. Εάν είναι επιθυμητό, μπορούν να βρεθούν αρκετά τέτοια παραδείγματα, ειδικά επειδή δεν είναι όλες οι πράξεις και τα έργα των αγίων ανθρώπων ιερά.

Κάθε άγιος περνάει από έναν δύσκολο δρόμο πάλης με την αμαρτία και σε αυτόν τον αγώνα, εκτός από νίκες, υπάρχουν λάθη και ήττες, όπως αληθώς μαρτυρεί η Αγία Γραφή. Επιπλέον, η αγιότητα δεν είναι ακόμη τελειότητα, επομένως και οι άγιοι είχαν κάποιες αδυναμίες που δεν ξεπέρασαν εντελώς. Οι άγιοι άνθρωποι χρειάζονται επίσης συνεχή μετάνοια. Οι μεγαλύτεροι ασκητές στην προσευχή «Πάτερ ημών» ζητούσαν άφεση όχι μόνο των αμαρτιών των αγαπημένων τους προσώπων, αλλά και των δικών τους αμαρτιών [4]. Ο Κύριος κατηγόρησε τους Φαρισαίους ότι αντικατέστησαν τις εντολές του Θεού με τις εντολές των ανθρώπων. Έτσι, η Πιθανοκρατία ανοίγει ένα ευρύ πεδίο για ηθική διαστροφή, όταν οι βιογραφίες των ιστορικών προσώπων και η ίδια η αγιογραφία γίνονται αντικείμενο χειραγώγησης.

Η δεύτερη τακτική είναι η απολογία των προθέσεων. Λέμε επίσης για το πώς ο Θεός κρίνει έναν άνθρωπο από τις προθέσεις του και την εσωτερική κατάσταση της καρδιάς του. Ταυτόχρονα, βεβαιώνουμε ότι εάν οι προθέσεις του είναι αληθινά αγνές, τότε καθαρή θα είναι και η πράξη που πραγματοποιεί αυτή την πρόθεση. Ο γιος του Σιράχ λέει: «κρείσσων ὀλίγη λῆψις μετὰ δικαιοσύνης ἢ πολλὰ γεννήματα μετὰ ἀδικίας» [5]. Οι Ιησουίτες βλέπουν τις προθέσεις μεμονωμένα από τις πράξεις. Για παράδειγμα, λένε: «Αν κάποιος δεν είχε παιδιά σε γάμο, και απέκτησε παιδί από παράνομη συμβίωση, τότε αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μοιχεία, αλλά ως πρόθεση απόκτησης παιδιού. Εάν κάποιος έδωσε ψευδή όρκο, εξαναγκασμένος από τις περιστάσεις, τότε αυτό δεν είναι έγκλημα όρκου, αφού πρόθεσή του δεν ήταν να πει ψέματα, αλλά να αποφύγει την τιμωρία». Επομένως, εάν μπορεί να βρεθεί κάποιο είδος καλού κινήτρου σε ένα έγκλημα, τότε επιτρέπεται να θεωρηθεί όχι με τη μορφή αμαρτίας ή πράξης που τιμωρείται από το νόμο, αλλά με τη μορφή μυστικής καλής πρόθεσης! Για παράδειγμα, ο πατέρας μιας οικογένειας είναι τσιγκούνης, και ο γιος, για να βοηθήσει τους φτωχούς συγγενείς του, σκοτώνει τον πατέρα του. Στα μάτια των Ιησουιτών, αυτό δεν είναι φόνος, αφού έγινε για να βοηθηθούν οι φτωχοί. Αυτό σημαίνει ότι αφαιρώντας τη ζωή του πατέρα του, ο γιος μπορεί να θεωρηθεί όχι ως δολοφόνος, αλλά ως ευεργέτης των φτωχών. Έτσι, μια απολογία για προθέσεις μετατρέπεται σε συγχώρεση της αμαρτίας [6]. Στο εγχειρίδιο των Ιησουιτών, οι εξομολόγοι λάμβαναν οδηγίες όχι μόνο να δικαιολογούν την αμαρτία, αλλά και να την παρουσιάζουν με τη μορφή αρετής, για αυτό και τότε οι «δυνάμεις αυτού του κόσμου» ήθελαν να έχουν τους Ιησουίτες ως εξομολόγους τους. Για παράδειγμα, εάν ένας πρίγκιπας είναι λάτρης των χρημάτων, αυτή η αμαρτία θα πρέπει να ονομάζεται λιτότητα. Εάν είναι σκληρός, τότε πρέπει να ειπωθεί ότι είναι δίκαιος. Αν διακρίνεται από πονηριά και δόλο, τότε να επαινεθεί ως σοφός κυβερνήτης. Αν είναι διεφθαρμένος, τότε να θαυμαστεί η θέρμη της καρδιάς του...

Με τέτοιες μεθόδους οι Ιησουίτες ήθελαν να κερδίσουν δημοτικότητα και αγάπη. Η θρησκευτική τους αδιαφορία έφτασε τόσο μακριά που επέτρεψαν σε πρώην ειδωλολάτρες να φέρουν εικόνες των θεοτήτων και των σοφών τους στους παπικούς ναούς, για παράδειγμα, να λατρεύουν τον Κομφούκιο ως άγιο! Έτσι, η εντολή της αγάπης αποτυπώνεται από τους ανθρωπιστές σε μια ανεστραμμένη μορφή: «Αγάπα μας».

Η σύγχρονη ψυχολογία και η παθοψυχολογία στον αθεϊστικό τους προσανατολισμό και τον μηδενισμό ουσιαστικά δεν διαφέρουν από τον μαρξιστικό θεομαχισμό. Η δημοτικότητα του Φρόυντ και του Φρομ είναι μια κλινική εικόνα της έλλειψης πνευματικότητας της Δύσης.


Υποσημειώσεις του συγγραφέα

[1] Ο Έριχ Φρομ (1900-1980) ήταν Γερμανοαμερικανός ψυχολόγος, κοινωνιολόγος και φιλόσοφος, ένας από τους ιδρυτές του Νεοφροϋδισμού. Προσπάθησε να μάθει τις συνδέσεις μεταξύ της ψυχής του ατόμου και της ιδανικής δομής της κοινωνίας. Κάλεσε τη διδασκαλία του "ανθρωπιστική ψυχανάλυση". Προσπάθησε να αποκαταστήσει την προσωπικότητα του Μαρξ από την άποψη του ανθρωπισμού. Ο Φρομ κατανόησε τη θρησκεία ως οποιοδήποτε σύστημα συλλογικών απόψεων και ενεργειών που δίνει ατομικές κατευθυντήριες γραμμές και αντικείμενο λατρείας. Είχε αρνητική στάση απέναντι στον Χριστιανισμό, αποκαλώντας τον "αυταρχική θρησκεία" που καταστέλλει την προσωπικότητα ενός ατόμου. Ως φιλόσοφος, υιοθέτησε αθεϊστικές θέσεις.

[2] Ο Αβραάμ Χάρολντ Μάσλοου (1908-1970) ήταν Αμερικανός ψυχολόγος, ιδρυτής της Αμερικανικής Ένωσης Ανθρωπιστικής Ψυχολογίας. Προσπάθησε να δημιουργήσει ένα ιεραρχικό σύστημα ανθρώπινων αναγκών ("πυραμίδα του Μάσλοου"), όπου υποστήριξε ότι οι υψηλότερες ανάγκες μπορούν να πραγματοποιηθούν εάν ικανοποιηθούν χαμηλότερες ανάγκες. Θεώρησε τις συλλογικές μορφές θρησκευτικής ζωής δευτερεύουσες και ασήμαντες, μειώνοντας τη θρησκεία σε υποκειμενικές εμπειρίες. "Κάθε άτομο έχει τη δική του ιδιωτική θρησκεία", έγραψε ο Maslow (Religion, Values and Peak Experiences, 1964). Κατά τη γνώμη του, η απόλυτη και κύρια πηγή θρησκείας είναι η κατάσταση της ψυχής του ατόμου. Αντιμετώπισε αρνητικά τον Χριστιανισμό.

[3] Πιθανοκρατία είναι η άποψη που ισχυρίζεται ότι ένα άτομο μπορεί να είναι ικανοποιημένο με την πιθανότητα να επιλέξει τις ενέργειές του. Στην πρακτική σφαίρα, αυτό το δόγμα θεωρεί ότι η γνώμη μιας αρχής - όπως για παράδειγμα μια δήλωση ενός ατόμου, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάφορες καταχρήσεις - αποτελεί επαρκή βάση για οποιαδήποτε ηθική απόφαση. [Σ.τ.Μ. Για να γίνει περισσότερο κατανοητή παραθέτουμε και τον ελληνικό ορισμό της Πιθανοκρατίας: "αρχή που διατυπώθηκε από τους αρχαίους σοφιστές και τους ιησουίτες και η οποία διακηρύσσει ότι κριτήριο τής ηθικότητας είναι η υποκειμενική εκτίμηση καθενός και ότι στην αβεβαιότητα τής συνειδήσεως για το εκάστοτε πρακτέο μπορεί κανείς να ακολουθήσει όχι αποκλειστικά την λογικά πιθανότερη ή ασφαλέστερη αρχή, αλλά κάποιαν αντίθετη ή διαφορετική, που βασίζεται σε λιγότερο πιθανή άποψη, εφόσον εσωτερικοί λόγοι ή το κύρος μιας αυθεντικής προσωπικότητας συνηγορούν υπέρ αυτής" (πηγή)]. Η καταδίκη της Πιθανοκρατίας από κάποιους Πάπες (Αλέξανδρος Ζ΄ το 1656, Ιννοκέντιος ΙΑ΄ το 1679 και Ιννοκέντιος ΙΒ΄ το 1700, ο οποίος απαγόρευσε την Πιθανοκρατία) είχε δηλωτικό χαρακτήρα: δεν επηρέασε το ηθικό Δόγμα του Τάγματος των Ιησουιτών και δεν προκάλεσε αναπροσανατολισμό των ηθικών του θέσεων. Μερικοί από τους Πάπες μίλησαν επιδοκιμαστικά για τους Ιησουίτες ηθικούς συγγραφείς. Για παράδειγμα, Ο Βενέδικτος ΙΔ΄ (1740-1758) κάλεσε τον ηθικό συγγραφέα, Ιησουίτη Φραγκίσκο Σουάρεζ (1548-1617) "φωστήρα Θεολογίας", ο Πάπας Γρηγόριος ΙΣΤ΄ (1765-1846) ανακήρυξε τον ηθικολόγο Αλφόνσο Λιγκουόρι (1696-1787), δημοφιλή στο Τάγμα των Ιησουιτών, ως "άγιο", και ο Πάπας Πίος ΙΑ΄ (1857-1939) ανύψωσε αυτόν τον Ιησουίτη στο βαθμό του "διδασκάλου της Εκκλησίας".

[4] Οι Κανόνες της Τοπικής Συνόδου της Καρχηδόνας περιλαμβάνονται στο βιβλίο με τους Κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μαζί με τους Κανόνες των Αγίων Αποστόλων, των Οικουμενικών Συνόδων και των εννέα Τοπικών Συνόδων. Οι δογματικές αποφάσεις αυτών των Συμβουλίων δεν μπορούν να αλλάξουν ή να ανατραπούν από καμία αρχή. Στο Τοπικό Συμβούλιο της Καρχηδόνας το 418, τέθηκε το ερώτημα για τις αμαρτίες των οποίων προσεύχονται οι άγιοι στην προσευχή "Πάτερ ημών": για τις αμαρτίες της ανθρωπότητας, σε αλληλεγγύη μαζί της ή και για τις προσωπικές τους αμαρτίες; Η Σύνοδος είχε έναν αντιπελαγιανικό προσανατολισμό, και το παραπάνω ερώτημα αφορούσε το δόγμα της προπατορικής αμαρτίας που πλήττει όλη την ανθρωπότητα, το οποίο ο Πελάγιος δεν δεχόταν. Η Σύνοδος αποφάσισε ότι οι άγιοι στην προσευχή "Πάτερ ημών" προσεύχονται όχι μόνο για τη συγχώρεση των άλλων, αλλά και για τις αμαρτίες τους. Η προσευχή "Πάτερ ημών" λαμβάνεται ως πρότυπο προσευχής που δίνεται από τον Κύριο και η απόφαση της Συνόδου σημαίνει ότι ακόμη και οι άγιοι πρέπει να προσεύχονται για τη συγχώρεση των αμαρτιών τους: "Ὁμοίως ἤρεσεν, ἵνα ὁστισδήποτε εἴποι, ἐν τῇ δεσποτικῇ εὐχῇ διὰ τοῦτο λέγειν τοὺς ἁγίους, ἅφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, οὐχ ὅτι ὑπὲρ ἑαυτῶν λέγουσιν, ἐπειδὴ αὐτοῖς λοιπὸν οὐκ ἔστιν ἀναγκαία αὕτη ἡ αἴτησις, ἀλλ᾽ ὅτι ὑπὲρ ἄλλων τῶν ὄντων ἐν τῷ λαῷ αὐτῶν ἁμαρτωλῶν, καὶ μὴ λέγειν ἕνα ἕκαστον τῶν ἁγίων, ἄφες μοι τὰ ὀφειλήματά μου, ἀλλ᾽ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς ὑπὲρ ἄλλων τοῦτο μᾶλλον ἢ ὑπὲρ ἑαυτοῦ τὸν δίκαιον αἰτοῦντα νοεῖσθαι, ἀνάθεμα εἴη" (Κανόνας 115 [126] της εν Καρθαγένη Συνόδου). Από τους βίους των Αγίων και των Πατέρων, βλέπουμε ότι οι ασκητές είχαν μια αυξημένη αίσθηση μετάνοιας. Ο Άγιος Μακάριος ο Μέγας γράφει στα έργα του τα εξής: "μέχρι σήμερα δεν γνωρίζω ούτε έναν Χριστιανό, τέλειο ή ελεύθερο. Αντίθετα, έστω κι αν κάποιος αναπαύεται στη Χάρη, έρχεται σε Μυστήρια και αποκαλύψεις, σε ένα αίσθημα μεγάλης γλυκύτητας γεμάτης χάρη, ακόμη και τότε η αμαρτία παραμένει επίσης μέσα του" (Άγιος Μακάριος της Αιγύπτου. Πνευματικές συνομιλίες).

[5] Σ.τ.Μ. Παροιμίαι Σολομώντος, ιε΄ 29α.

[6] Σχετίζεται με το γνωστό σύνθημα, ιησουϊτικής εμπνεύσεως, που αποδίδεται στον Μακιαβέλι: "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα".


(Από το βιβλίο του γέροντος Ραφαήλ "Για το αιώνιο και το παροδικό", Μόσχα, 2007)

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Ιστορικό του διαλόγου μεταξύ των αειμνήστων πατέρων Επιφανίου Θεοδωρόπουλου (+1989) και Θεοδωρήτου Μαύρου (+2007)

Επειδή κάποιοι κακοπροαίρετοι άνθρωποι συκοφαντούν τον μακαριστό π. Θεοδώρητο ότι εξέδωσε το βιβλίο του "Το Αντίδοτον" (1990) μετά την κοίμηση του π. Επιφανίου, για να μη μπορεί τάχα να λάβει απάντηση από αυτόν, δημοσιεύουμε σήμερα το ιστορικό του διαλόγου μεταξύ των δύο πατέρων, αφενός μεν για να φιμωθούν οι προσωπολάτρες συκοφάντες, αφετέρου για να λάβουν γνώση και οι νεότεροι. Εμείς τόσο ως Χριστολάτρες και όχι προσωπολάτρες, όσο και έχοντας γνώση ότι ακόμη και άγιος να είναι κάποιος είναι δυνατόν να σφάλλει σε κάποια θέματα μη όντας αλάθητος, ευχόμαστε ο Θεός να αναπαύσει τις ψυχές των δύο αυτών πατέρων, συγχωρώντας τα λάθη εκάστου, και εμάς να στερεώσει στην Καλή Ομολογία! 

α) Στις 19-6-1969 και λόγω της γιγάντωσης της αντιδράσεως κατά του Αθηναγόρα με διακοπή του μνημοσύνου του σε όλη την Ελλάδα, ο π. Επιφάνιος έντρομος για να μην ενισχυθεί ο Παλαιοημερολογιτισμός, συντάσσει την περίφημη επιστολή "Προς Νικόδημο" με τίτλο "Το μνημόσυνο του Πατριάρχου", την οποία δακτυλογραφεί σε αρκετά αντίγραφα (δημοσιεύτηκε αργότερα στο βιβλίο "Τα Δύο Άκρα", σελ. 57-80).

β) Στις 22-9-1969 ο π. Θεοδώρητος απαντά στην ως άνω επιστολή με την επίσης δακτυλογραφημένη επιστολή "Προς Νέστορα", στην οποία επιχειρεί μια πρώτη αναίρεση στις θέσεις του π. Επιφανίου (δημοσιεύθηκε αργότερα στο βιβλίο "Το Αντίδοτον", σελ. 12-78).

γ) Στις 23-11-1969 ο π. Επιφάνιος ανταπαντά στην επιστολή του π. Θεοδωρήτου με προσωπική επιστολή προς αυτόν με τίτλο "Ζηλωτικών ακροτήτων έλεγχος" (δημοσιεύθηκε αργότερα στο βιβλίο "Τα Δύο Άκρα", σελ. 97-121).

δ) Στις 4-12-1969 ο π. Θεοδώρητος συντάσσει την δεύτερη απαντητική επιστολή του με τίτλο "Απόκρισις Β΄ προς Αρχιμανδρίτην Επιφάνιον Θεοδωρόπουλον" (κυκλοφόρησε σε φωτοτυπημένα αντίγραφα με ένδειξη Άγιον Όρος, 1970 - βλ. εικόνα- και δημοσιεύθηκε αργότερα στο βιβλίο "Το Αντίδοτον", σελ. 79-140).
Στην δεύτερη αυτή απάντηση ο π. Επιφάνιος ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΠΟΤΕ παρά το γεγονός ότι έζησε μετά από αυτήν είκοσι χρόνια και ενώ ομολογούσε (σε επιστολή του προς πνευματικό του τέκνο) πως "οφείλω μίαν απάντησιν εις τον Θ. Μαύρον"...

ε) Στις 9-7-1979 (δηλαδή δέκα χρόνια μετά και όπως είπαμε χωρίς να απαντήσει στην Β΄ Απόκριση) ο π. Επιφάνιος συντάσσει κείμενο με τίτλο "Εκρήξεις Ακρίτου "Ζηλωτισμού"" η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος", αρ. 367/20-7-1979 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Τα Δύο Άκρα", σελ. 166-168).

στ) Λίγες μέρες μετά ο π. Θεοδώρητος αναιρεί και αυτό το κείμενο με το κείμενό του "Προς Αρχιμανδρίτην με "κατ'  επίγνωσιν ζήλον"..." που δημοσίευσε στο περιοδικό του "Ο Αγιορείτης", αρ. 7/Ιούνιος-Αύγουστος 1979 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Το Αντίδοτον", σελ. 141-153). 

ζ) Στις 18-3-1980 ο π. Επιφάνιος ανταπαντά στην ως άνω επιστολή με νέο του κείμενο με τίτλο "Και πάλιν περί Ακρίτου "Ζηλωτισμού"", το οποίο δημοσιεύεται στην εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος", αρ. 403/4-4-1980 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Τα Δύο Άκρα", σελ. 169-173).

η) Λίγες μέρες μετά ο π. Θεοδώρητος αναιρεί και πάλι το νέο κείμενο με το κείμενό του "Προς Αρχιμανδρίτην με "κατ'  επίγνωσιν ζήλον"... Β΄" που δημοσίευσε στο περιοδικό του "Ο Αγιορείτης", αρ. 11/Μάρτιος-Απρίλιος 1980 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Το Αντίδοτον", σελ. 154-158). 
Στο δεύτερο αυτό κείμενο ο π. Επιφάνιος για δεύτερη φορά ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ, παρά το γεγονός ότι έζησε μετά από αυτήν εννέα χρόνια, ενώ αξίζει να σημειωθεί, χάριν της Ιστορίας, ότι η εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος", είχε αρνηθεί (για άλλη μια φορά) να δημοσιεύσει τις απαντήσεις του π. Θεοδωρήτου για ευνόητους λόγους...

θ) Τον Δεκέμβριο του 1980 ο π. Επιφάνιος συντάσσει άρθρο με τίτλο "Αφελή "Ζηλωτικά" ερωτήματα" στην εφημερίδα "Ορθόδοξος Τύπος", αρ. 437/26-10-1980 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Τα Δύο Άκρα", σελ. 205-213).

Ι) Λίγες μέρες μετά ο π. Θεοδώρητος αναιρεί και αυτό το κείμενο με το άρθρο του "Σήμερον τα άνω της κάτω συνεορτάζει..." που δημοσίευσε στο περιοδικό του "Ο Αγιορείτης", αρ. 1/Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1981 (συμπεριλήφθηκε αργότερα στο βιβλίο "Το Αντίδοτον", σελ. 159-167).
Στο τρίτο αυτό κείμενο ο π. Επιφάνιος για τρίτη φορά ΔΕΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕ, παρά το γεγονός ότι έζησε μετά από αυτήν οκτώ χρόνια.

Το 1986 ο π. Επιφάνιος συγκέντρωσε τα δικά του κείμενα για το θέμα και μαζί με κάποια άλλα τα εξέδωσε στο βιβλίο "Τα δυο άκρα".

Το 1990 ο π. Θεοδώρητος συγκεντρώνει και αυτός τα δικά του κείμενα και εκδίδει "Το Αντίδοτον". Αυτό εκτός από τα παραπάνω κείμενά του περιλαμβάνει δύο ακόμη άρθρα αναδημοσιευμένα από το περιοδικό "Ο Αγιορείτης" των ετών 1979-1981 (σελ. 168-194), μία αναδημοσίευση μελέτης του 1976 με τίτλο "Κανονική θεώρησις του ημερολογιακού σχίσματος" (σελ. 195-209) και μία αναδημοσίευση μέρους του βιβλίου "Η Απολογία ενός Αγιορείτου" (1987) με τίτλο "Είναι αιρετικός ο Πατριάρχης Δημήτριος;" (σελ. 210-216).

Συμπερασματικώς, όπως αποδείξαμε, ΟΥΤΕ ΕΝΑ κείμενο από αυτά που περιέχονται στο βιβλίο "Το Αντίδοτον" του π. Θεοδωρήτου δεν συντάχθηκε μετά την κοίμηση του π. Επιφανίου! Δηλαδή το βιβλίο εκδόθηκε μεν μετά την κοίμηση του π. Επιφανίου, αλλά περιείχε κείμενα που είχαν γραφτεί ζώντος του π. Επιφανίου και τα οποία, όπως είδαμε, δεν αναιρέθηκαν!

Όποιος θέλει να μάλιστα να επιβεβαιώσει πού βρίσκεται το δίκαιο, του συστήνουμε να μελετήσει και τα δύο βιβλία (και "Τα Δύο Άκρα" - το οποίο μάλιστα έχει και μερικά πολύ ενδιαφέροντα και ορθά σημεία - και "Το Αντίδοτον") για να το ανακαλύψει μόνος του. 

Διότι η Αλήθεια, όσο και να θέλουν οι κακοπροαίρετοι, δεν κρύβεται!